Editing
Nogizaka Haruka no Himitsu (Greek):Volume1 Chapter1
(section)
Jump to navigation
Jump to search
Warning:
You are not logged in. Your IP address will be publicly visible if you make any edits. If you
log in
or
create an account
, your edits will be attributed to your username, along with other benefits.
Anti-spam check. Do
not
fill this in!
== '''4''' == Εκείνο το βράδυ, διάβαζα στο δωμάτιό μου, όταν μια απίστευτα δυνατή φωνή ήρθε από το κάτω πάτωμα. «Έι! Γιούτο! Έχεις τηλέφωνο!» Τσατίστηκα λιγάκι που με διέκοψαν πάνω που είχα συγκεντρωθεί στην εργασία αγγλοϊαπωνικής μετάφρασης που είχα να κάνω, αλλά η αδελφή μου ήταν σε ακόμα χειρότερη διάθεση, έτοιμη να εκραγεί ανά πάσα στιγμή. «Είπα, έχεις τηλέφωνο!» Και με μια κλωτσιά άνοιξε διάπλατα την πόρτα του δωματίου μου!!! Μέχρι που διέλυσε έναν από τους μεντεσέδες της πόρτας με την κλωτσιά της!! Και μετά όρμησε στο δωμάτιό μου. Η ψηλή γυναίκα που μπήκε στο δωμάτιό μου, «Ρούκο...» Η αδελφή μου (κάτοχος δύο νταν στο καράτε, που συχνά κάνει κακή χρήση των ικανοτήτων της στις πολεμικές τέχνες. Στο σπιτικό των Αγιάσε όπου οι γονείς μου λείπουν σχεδόν συνέχεια, είναι η υπέρτατη εξουσία) έμοιαζε να είναι εξαιρετικά εκνευρισμένη, σαν ασιατική μαύρη αρκούδα που την ξύπνησαν από τη χειμερία νάρκη. Και φορούσε και μόνο ένα λευκό πουκάμισο πάνω από τα εσώρουχά της, τι ξεδιάντροπη εμφάνιση. «Πώς τόλμησε να με ξυπνήσει πάνω που με είχε πάρει ο ύπνος! Δεν ξέρω ποια είναι, αλλά το καλό που σου θέλω να της δώσεις ένα καλό μάθημα και να της πεις να μην τηλεφωνεί στον κόσμο μες στη μαύρη νύχτα!» Μαύρη νύχτα; Ήταν μόλις δέκα η ώρα! Εντάξει, δεν ήταν και πολύ νωρίς, αλλά ούτε και πολύ αργά. Και τι εννοούσε ‘να της δώσω ένα καλό μάθημα’; Δε θα έπρεπε να πει να της κάνω παρατήρηση; Ήξερα πως θα ήταν ανώφελο να της απαντήσω, αλλά παρόλα αυτά έκανα μια προσπάθεια. «Ό,τι πεις, αφού και τα δυο σημαίνουν ‘να τη συμβουλέψεις’ με τον ένα ή τον άλλο τρόπο.» Αυτές οι δυο φράσεις είναι τελείως διαφορετικές! Έχουν τελείως διαφορετική έννοια! Όμως για τη Ρούκο, που ήταν πιο τεμπέλα κι απρόσεκτη ακόμα κι από μένα, οι δυο φράσεις δεν διέφεραν και πολύ. Με αγριοκοίταξε με εκνευρισμένο ύφος. «...Είσαι πολύ εκνευριστικός! Απάντησε στο τηλέφωνο επιτέλους! Πόσο νυστάζω.......Πάω για ύπνο τώρα, γι’αυτό κοίτα να βγάλεις το τηλέφωνο απ’την πρίζα όταν τελειώσεις!» Η Ρούκο μου πέταξε το τηλέφωνο προτού βγει απ’την πόρτα που τώρα κρεμόταν μόνο απ’τον ένα μεντεσέ. Για όνομα του Θεού! Ποιος θα το πίστευε πως αυτή η γυναίκα είναι η ιδιαιτέρα γραμματέας του γενικού διευθυντή μιας μεγάλης εταιρίας, πράγμα που δείχνει πως όλα μπορούν να συμβούν σ’αυτή την κοινωνία. Πράγματι, ζούμε σε μια εποχή όπου οι όμορφες γυναίκες μπορούν να έχουν οτιδήποτε θελήσουν. Η αδελφή μου είναι όμορφη, αλλά πραγματικά δε θα ήθελα να σχολιάσω το χαρακτήρα της. Για κοινωνία που κάνει συνεχώς κηρύγματα περί ισότητας, ώρες ώρες είμαστε πολύ άδικοι. Τα σκεφτόμουν όλα αυτά καθώς απαντούσα στο τηλέφωνο. «Εμπρός;» Και τότε... «Α, εμπρός; Εσύ είσαι Αγιάσε-κουν; Η Νογκιζάκα είμαι.» Μια αναπάντεχη φωνή ακούστηκε από την άλλη μεριά του ακουστικού, μια γυναικεία φωνή που είχε τη δύναμη να ηρεμεί όποιον την άκουγε, μια φωνή που άκουγα συχνά τώρα τελευταία. Όμως εκείνη τη στιγμή, η φωνή έμοιαζε πολύ σοβαρή, καμία σχέση με την εύθυμη φωνή που είχα ακούσει μόλις το ίδιο απόγευμα. Κάτι πρέπει να είχε συμβεί. «Λυπάμαι πολύ που σε ενοχλώ τέτοια ώρα. Εμμ...θα ήθελα να σου ζητήσω μια χάρη, Αγιάσε-κουν.» Μια χάρη; Ακούγοντας αυτά τα λόγια η καρδιά μου χτύπησε δυνατά. «...Ντρέπομαι πολύ που το λέω αυτό τώρα. Όμως ξέρω πως θα το μετανιώνω σε όλη μου τη ζωή αν δεν το πω.» Η σοβαρότητα στη φωνή της ήταν ανάμικτη με μια μεγάλη δόση ντροπής. Μη μου πεις πως...; Όχι, η Νογκιζάκα-σαν δε θα μου ζητούσε ποτέ να κάνω κάτι τόσο εξωφρενικό όπως να μιμηθώ το ανάποδο περπάτημα των γρύλλων. «Εμμ........μ’ακούς;» «Α, φ, φυσικά και σε ακούω.» Δεν είχα κανένα λόγο να μην ακούσω. «Ωραία...Αγιάσε-κουν, θα μπορούσες να βγεις και να με συναντήσεις τώρα;» «Εε...» Μετά από ένα δευτερόλεπτο αστραπιαίας ανάλυσης........ «Να συναντηθούμε...οι δυο μας;» «Ακριβώς.» Να συναντηθούμε τέτοια ώρα........Δε μπορεί να ήθελε να βγει σε ένα μυστικό ραντεβού μαζί μου, σωστά; Οι δυο μας καθισμένοι σ’ένα παγκάκι στο πάρκο. Ο χρόνος έχει σταματήσει, και μετά εμείς οι δυο.......Όχι, πρέπει να σταματήσω τις φαντασιώσεις! Αν συνεχίσω έτσι, θα αρχίσω να σκέφτομαι σαν σε μυθιστόρημα τρίτης κατηγορίας. Κούνησα βίαια το κεφάλι μου. Ψυχραιμία, ψυχραιμία, πρέπει να κρατήσω την ψυχραιμία μου. Για να επαναφέρω τους χτύπους της καρδιάς μου στο φυσιολογικό, άρχισα να απαγγέλλω την προπαίδεια από μέσα μου. Εκείνη τη στιγμή, η Νογκιζάκα-σαν συνέχισε, «Για την ακρίβεια...θα ήθελα να με συνοδέψεις στο σχολείο.» «Στο σχολείο;» Το σχολείο στο οποίο αναφερόταν...πρέπει προφανώς να ήταν το λύκειο Χακούτζου στο οποίο πηγαίναμε και οι δύο. Γιατί όμως να θέλει να πάει στο σχολείο τέτοια ώρα, αφού δεν γινόταν καμία άσκηση θάρρους ή κάποια παρόμοια νυχτερινή εκδήλωση.......... «.........Το περιοδικό...ξέχασα να το επιστρέψω.» Η απαλή, διστακτική φωνή έκοψε τις σκέψεις μου. «Σκόπευα να το επιστρέψω μετά τη συνάντησή μας, αλλά επειδή ένιωθα τόσο ευτυχισμένη μετά την κουβέντα μας, σκέφτηκα να το επιστρέψω λίγο αργότερα.......και στο τέλος ξέχασα να το επιστρέψω.» «Λες για.........αυτό το περιοδικό;» Το ‘Αθώο Χαμόγελο’. «........Ναι.» «...» Η κατάσταση.......ήταν πολύ σοβαρή. Γενικά οι κανόνες του σχολείου μας ήταν αρκετά χαλαροί, αλλά το σχολείο ήταν πολύ αυστηρό σε ό,τι αφορούσε τη χρήση του σχολικού εξοπλισμού. Αν ένα βιβλίο δανεισμένο από τη βιβλιοθήκη δεν επιστρεφόταν μέχρι την καθορισμένη ημερομηνία, το σχολείο υπενθύμιζε δημοσίως την καθυστέρηση στο μαθητή από τα μεγάφωνα. Και φυσικά, στην υπενθύμιση αναφερόταν το όνομα του μαθητή, το έτος του, και ο τίτλος του βιβλίου που είχε δανειστεί. «Αν με αναφέρουν, θα...λυγμ...» Αναλογιζόμενη προφανώς τι θα συνέβαινε αν ο τίτλος του βιβλίου που είχε δανειστεί ανακοινωνόταν δημοσίως σε όλο το σχολείο, η Νογκιζάκα-σαν κλαψούριζε σιγανά. «Γ, γι’αυτό σκέφτηκα να πάω να το επιστρέψω τώρα. *σνιφ* Ό, όμως να πάω τόσο αργά μόνη μου στο σχολείο...φοβάμαι. Γι’αυτό, σκέφτηκα να ζητήσω από κάποιον να πάει μαζί μου...Α, αλλά...» Είπε η Νογκιζάκα-σαν με κλαμένη φωνή. Ώστε αυτό ήταν. Για κάτι τέτοιο, ήμουν ο μόνος στον οποίο μπορούσε να στραφεί για βοήθεια. Γιατί αν το έλεγε σε κάποιον άλλο, θα έπρεπε να του δείξει το ‘Αθώο Χαμόγελο’, και επομένως να φανερώσει το χόμπι της σε άλλο ένα άτομο. «Λυγμ.......Είναι πολύ αυτό που σου ζητάω; Λυπάμαι τόσο που σε ενοχλώ όλη την ώρα, αλλά...» Δεν έφταιγε αυτή. Και.........κανείς με σώας τας φρένας δε θα εγκατέλειπε μια Νογκιζάκα-σαν που έκλαιγε, σωστά; Επομένως. «Χμμ...Ας συναντηθούμε τώρα στο σχολείο, εντάξει;» «Λυγμ...Αχ...;» Ένα επιφώνημα έκπληξης ήρθε από την άλλη άκρη του ακουστικού. «Ώστε θέλεις........να έρθεις μαζί μου;» «Αμέ, εξάλλου δεν είχα και τίποτα να κάνω.» Είχα πάρει την απόφασή μου. Αν και δεν είχα τελειώσει την εργασία μου των αγγλικών, αυτό δεν είχε καμία σημασία σε μια τέτοια στιγμή! Θα ήθελα να αποφύγω και τα δάκρυα της Νογκιζάκα-σαν και την κατσάδα από τον καθηγητή των αγγλικών (σαρανταδύο ετών, κύριο χαρακτηριστικό: απίστευτα εκνευριστικός), αλλά δεν είχα χρόνο να κάθομαι και να το σκέφτομαι άλλο. «Σ’ευχαριστώ......λυγμ......Σ’ευχαριστώ πολύ.» Κι έτσι αποφάσισα να μπω κρυφά στο σχολείο σε μια τόσο ακατάλληλη ώρα. Το σχολείο ήταν πολύ ανατριχιαστικό τη νύχτα. Το τριάντα ετών περίπου λευκό τσιμεντένιο κτίριο έμοιαζε να επιπλέει στο σκοτεινό ουρανό, και από απόσταση θύμιζε εγκαταλελειμμένο μέγαρο, προκαλώντας πραγματική ανατριχίλα σε όποιον το κοίταζε. Η ατμόσφαιρα ήταν όπως σε κάτι εκπομπές για το υπερφυσικό στην τηλεόραση, όπου ο πνευματικά ευαίσθητος προσκεκλημένος εμφανίζεται και δηλώνει στο κοινό ότι ‘βλέπει μια πολύ σκοτεινή αύρα εδώ’, και το κοινό δεν μπορεί να αποφασίσει αν θέλει να συνεχίσει να βλέπει την εκπομπή ή όχι. Η Νογκιζάκα-σαν που στεκόταν δίπλα μου, κοιτούσε με τέτοιο ακριβώς ύφος το σχολείο, και φαινόταν έτοιμη να βάλει τα κλάματα από στιγμή σε στιγμή. Τώρα, πώς θα μπούμε στο σχολείο χωρίς να μας καταλάβουν; Φυσικά η κεντρική πύλη δε θα ήταν ανοιχτή τέτοια ώρα, οπότε ίσως να δοκιμάζαμε να μπούμε από την είσοδο υπηρεσίας. Επειδή ήταν η είσοδος υπηρεσίας, λογικά θα ήταν κάπου κοντά στο εντευκτήριο των καθηγητών. Όμως θα έπρεπε να προσέξουμε πολύ αν πηγαίναμε από εκεί, μην τυχόν και μας πιάσει κανένας καθηγητής που έκανε βάρδια. Ή ίσως θα μπορούσαμε να σπάσουμε κανένα παράθυρο και να πάρουμε το κλειδί από μέσα, ή να χρησιμοποιήσουμε κανένα λοστό για να παραβιάσουμε την κλειδαριά της κεντρικής πύλης, ή να σπάσουμε την πύλη με ένα μεταλλικό στύλο. Μόνο που...όλες οι παραπάνω μέθοδοι ήταν παράνομες. Δεν υπήρχε κανένας πιο αθόρυβος τρόπος; (Αν και όσο αθόρυβη και να είναι μια διάρρηξη, δεν παύει να είναι παράνομη). Πάνω που προσπαθούσα να σκεφτώ κανένα καλύτερο τρόπο... «Αγιάσε-κουν, από δω.» Η Νογκιζάκα-σαν με τράβηξε από το μπράτσο. «Μπορούμε να μπούμε από την πίσω πύλη.» «Την πίσω πύλη........γιατί;» «Γιατί έχω αντικλείδι.» «Αντικλείδι;» Πώς συνέβη να έχει κάτι τέτοιο; «Το κλειδί ήταν στο γραφείο του πατέρα μου, και το δανείστηκα για λίγο, γιατί σκέφτηκα πως θα μπορούσε να μας φανεί χρήσιμο!» Ώστε ήταν από το γραφείο του πατέρα της...Κάτι άρχιζα να καταλαβαίνω, αλλά γιατί ο πατέρας της να έχει αντικλείδι του σχολείου; «Δεν είμαι και πολύ σίγουρη για τις λεπτομέρειες...αλλά φαίνεται πως ο πατέρας μου έκανε μια μεγάλη χρηματική δωρεά στο σχολείο, και ζήτησε να του βγάλουν αντικλείδια για όλα τα κλειδιά του σχολείου για την περίπτωση εκτάκτου ανάγκης.» Μια επένδυση...Σωστά, το είχα ξανακούσει αυτό. Από τότε που η Νογκιζάκα-σαν είχε έρθει να σπουδάσει σ’αυτό το σχολείο, το ενενήντα τοις εκατό όλων των δωρεών προς το Λύκειο Χακούτζου προερχόταν από την οικογένεια Νογκιζάκα. Επομένως δεν ήταν και τόσο περίεργο που η Νογκιζάκα-σαν είχε αντικλείδια για όλα τα κλειδιά του σχολείου.........σωστά; «Τι συμβαίνει;» «Τίποτα.......» Δεν ήταν η κατάλληλη στιγμή να εκφράσω τις απορίες μου, αλλά αφού είχε αντικλείδια για όλα τα κλειδιά του σχολείου, ασφαλώς θα είχε και για την κεντρική πύλη. Δε θα ήταν καλύτερα να μπαίναμε από την κεντρική πύλη; Όμως προτίμησα να μην τη ρωτήσω γι’αυτό. «Πάμε!» «Ναι!» Επειδή η βιβλιοθήκη ήταν στο δεύτερο όροφο, κατευθυνθήκαμε προς τις σκάλες. Όπως ήταν αναμενόμενο, το εσωτερικό του σχολείου ήταν επίσης άδειο και σιωπηλό σαν νεκροταφείο. «Είναι στ’αλήθεια ανατριχιαστικό...» Είπε η Νογκιζάκα-σαν καθώς κοιτούσε ένα γύρω τον έρημο διάδρομο. Άρπαξε σφιχτά το μανίκι του πουκαμίσου μου, μην τολμώντας να το αφήσει ούτε για ένα δευτερόλεπτο. «Αν ήμασταν σε ένα παιχνίδι, τώρα θα έπρεπε να πεταχτεί ένα ζόμπι από αυτή τη γωνία.» «Αχ!!!» Είχα παίξει ένα παιχνίδι στον υπολογιστή όπου έπρεπε να πολεμήσω ορδές από ζόμπι, γιγάντιες αράχνες και άλλα τέρατα στην προσπάθειά μου να ξεφύγω από ένα κτίριο δυτικού τύπου. Τα πρώτα δέκα λεπτά του παιχνιδιού, είχε κανείς την αίσθηση ότι επρόκειτο να φαγωθεί από κανένα ζόμπι, αλλά... Άσε, ξέχνα το, δεν ήταν τώρα η ώρα να σκέφτομαι τέτοια πράγματα. «Αγιάσε-κουν, ξέρεις τα εφτά μυστήρια του σχολείου μας;» Η Νογκιζάκα-σαν μου έκανε ξαφνικά αυτή την ερώτηση καθώς πλησιάζαμε στις σκάλες. Τα εφτά μυστήρια του σχολείου, αν και δεν ήμουν και πολύ σίγουρος για τον ακριβή αριθμό τους, αλλά νομίζω πως ήταν κάμποσα. Όπως... Υπήρχαν τα ‘Δεκατρία σκαλιά του θανάτου στην ταράτσα’. Όσο για τα άλλα, ήξερα μόνο την ‘Ανθρώπινη φιγούρα που χορεύει στην αίθουσα επιστημών’ , το ‘Πιάνο που παίζει μόνο του στο δωμάτιο μουσικής’ και τη ‘Μπάλα που αναπηδά μόνη της στο άδειο γυμναστήριο’. «Είναι ακόμα και η ‘Χάνακο-σαν, που ζει στις τουαλέτες’, ο ‘Μεγάλος καθρέφτης στο αναρρωτήριο που δείχνει το θάνατο αυτού που θα τον κοιτάξει’, και...ο ‘Νεκρός αναγνώστης’.» Η Νογκιζάκα-σαν συμπλήρωσε τα κενά μου. «...» Όταν άκουσα αυτά τα λόγια ένα εξαιρετικά κακό προαίσθημα γέμισε την ατμόσφαιρα. Ήταν η πρώτη φορά που άκουγα για το ‘Νεκρό αναγνώστη’. Μια και αναφερόταν σε αναγνώστη, θα έπρεπε να έχει σχέση με τη βιβλιοθήκη, σωστά; Και ήταν ανάγκη να πηγαίνουμε ακριβώς στη βιβλιοθήκη τώρα. «...» Μήπως να γυρίζαμε πίσω; «Μη...μη με αφήνεις πίσω!» [[Image:NHnH vol01 084.jpg|thumb]] Η Νογκιζάκα-σαν έσφιγγε σαν μέγγενη το μπράτσο μου, με δάκρυα στα μάτια. Από ότι φαινόταν δε θα μπορούσα να επιχειρήσω τη ‘μεγάλη έξοδο’. Όσο εγώ διχογνωμούσα με τον εαυτό μου για το αν θα έπρεπε να το σκάσω ή όχι, είχαμε φτάσει στην εν λόγω βιβλιοθήκη. Η ξύλινη πόρτα που έμοιαζε τόσο φυσιολογική τη μέρα τώρα θύμιζε τις πύλες της κολάσεως. Ήταν μια πολύ άσχημη αίσθηση. «Λοιπόν...ποια είναι η ιστορία του ‘Νεκρού αναγνώστη’;» Ρώτησα τη Νογκιζάκα-σαν. «Πολύ πολύ καιρό πριν, όταν το σχολείο ήταν ακόμα φτιαγμένο από ξύλο, ήταν ένας μαθητής που αγαπούσε πολύ το διάβασμα. Επειδή του άρεσε τόσο πολύ να διαβάζει, πήγαινε κάθε μέρα στη βιβλιοθήκη, μέχρι που μια μέρα σκοτώθηκε σε ένα ατύχημα πηγαίνοντας στη βιβλιοθήκη. Όμως οι φήμες λένε πως επειδή αγαπούσε το διάβασμα, αυτός ο μαθητής συνέχισε να πηγαίνει στη βιβλιοθήκη, και γι’αυτό όταν η βιβλιοθήκη είναι σκοτεινή και σιωπηλή, ακούγονται βήματα και ο ήχος ενός βιβλίου που πέφτει στο πάτωμα, και φαίνεται η σκιά μιας φιγούρας που διαβάζει στο παράθυρο.» «Ξέρεις πολλά γι’αυτό ε;» «Είναι κάπως τραβηγμένο, όμως άκουσα ότι στ’αλήθεια κάποιος πήγε να μπει στη βιβλιοθήκη τη νύχτα, και ο νεκρός αναγνώστης εμφανίστηκε μπροστά του.» «...» «Αυτή την ιστορία την άκουσα μόλις προχτές. Και τώρα.....μετανιώνω λιγάκι που την άκουσα...» Η Νογκιζάκα-σαν χαμήλωσε το κεφάλι της. Ακόμα κι αν το μετάνιωνε που είχε ακούσει την ιστορία, ήταν πια πολύ αργά... «...Μάλλον θα ήταν χειρότερα για κάποιον που δεν είχε ακούσει ποτέ αυτή την ιστορία.» «Έχεις δίκιο......Θα ήταν χειρότερα.» «Εγώ δεν την είχα ξανακούσει.» «Ε...εσύ...» Η Νογκιζάκα-σαν έφερε το δάχτυλό της στο στόμα και βυθίστηκε σε σκέψεις. «...Δηλαδή λες ότι...Άκουσες την ιστορία για πρώτη φορά από μένα τώρα;» «Σωστά.» «...» «...» Έπεσε θανατερή σιωπή. «Με συγχωρείς, δεν έπρεπε να στα πω όλα αυτά.» Η Νογκιζάκα-σαν ζήτησε συγγνώμη με κατατρομαγμένη έκφραση, σαν κουταβάκι που έκανε κάποια ζημιά και το μάλωνε ο κύριός του. Δε νομίζω πως θα είχε κανείς τη δύναμη να παραπονεθεί έστω και λίγο μετά που θα την έβλεπε έτσι. «Α, δεν πειράζει, δεν το έκανες επίτηδες.» Και στο κάτω κάτω εγώ ήμουν αυτός που είχε ζητήσει να μάθει λεπτομέρειες. «Μα, αν συναντήσεις το νεκρό αναγνώστη και σκοτωθείς εξαιτίας αυτών που σου είπα...» Το πρόσωπο της Νογκιζάκα-σαν ήταν κάτωχρο καθώς προσευχόταν με όλη της την ψυχή να μην πέσω θύμα ενός υπερφυσικού δολοφόνου! «Όλα θα πάνε καλά! Αν είναι να έρθει ο νεκρός αναγνώστης, δε θα έρθει μόνο και μόνο επειδή μου είπες την ιστορία! Κι ύστερα το μόνο μου προσόν είναι πως είμαι πολύ ανθεκτικός, γι’αυτό θα μπορούσα να αντέξω μια υπερφυσική επίθεση χωρίς πρόβλημα.» Αυτό ήταν επειδή από μικρός ήμουν υποχρεωμένος να υφίσταμαι τη σκληρή προπόνηση της Ρούκο. «Μα...η επίθεση ενός πνεύματος...δεν είναι σωματική, αλλά ψυχική, όπως κατάρες και τα παρόμοια...» «Κι απ’αυτό είμαι εντάξει.» Σε ό,τι αφορούσε τις ψυχικές επιθέσεις, εκτός από την προπόνηση που μου έκανε η Ρούκο, με είχε εξασκήσει καλά και η Γιουκάρι. Γι’αυτό η αμυντική μου ικανότητα ενάντια σε ψυχικές επιθέσεις ήταν πιθανότατα ακόμα πιο υψηλή από αυτή για τις σωματικές επιθέσεις. Δεν είμαι ιδιαίτερα περήφανος για αυτές τις υπεράνθρωπες αμυντικές μου ικανότητες, αλλά αυτή είναι η πικρή αλήθεια. Η Νογκιζάκα-σαν χαμογέλασε και μισόκλεισε ελαφρά τα μάτια της. Μάλλον ήθελε να μου πει ότι δεχόταν την απάντησή μου; «........Είσαι πολύ καλός.» «Όχι.......δεν είμαι και τόσο καλός......» Γιατί να πει ξαφνικά κάτι τέτοιο; «Χεχε!» «Όχι...Αυτό είναι...» Ήθελα να το αρνηθώ, αλλά δε μπορούσα να βρω τις κατάλληλες λέξεις. Για να κρύψω το κοκκίνισμα του προσώπου μου, γύρισα τα μάτια μου προς τη βιβλιοθήκη. «Γκουχ, αν και δεν το αρνούμαι πως η βιβλιοθήκη με κάνει να ανατριχιάζω...όμως πρέπει να μπούμε μέσα, σωστά;» Όταν το είπα αυτό, η Νογκιζάκα-σαν έγνεψε αμέσως έντονα με σοβαρό ύφος. «Λοιπόν...πάμε!» Αν και η Νογκιζάκα-σαν ήταν αυτή που είπε να πάμε, δεν κουνήθηκε καθόλου και με κοιτούσε σαν να προσπαθούσε να επικοινωνήσει μαζί μου με τηλεπάθεια...μάλλον ήθελε να πάω εγώ μπροστά. Εντάξει λοιπόν, ας το κάνουμε! Έσπρωξα την πελώρια ξύλινη πόρτα της βιβλιοθήκης, και ο ξύλινος σκελετός έτριξε δυνατά προτού ανοίξει. Από την άλλη μεριά της πόρτας ήταν...μια άδεια βιβλιοθήκη. Αν ήμασταν σε ταινία τρόμου, τη στιγμή που θα άνοιγε η πόρτα, θα ερχόμασταν πρόσωπο με πρόσωπο με τον ‘νεκρό αναγνώστη’, ένα σενάριο που ήθελα να αποφύγω πάση θυσία. Η ατμόσφαιρα στην άδεια αίθουσα ήταν γεμάτη κακά προμηνύματα, ένιωθε κανείς πως ένα ωχρό φασματικό πρόσωπο θα εμφανιζόταν πίσω από τα μαύρα ράφια ανά πάσα στιγμή. «Μη με αφήσεις. Σε ικετεύω, μη με αφήσεις μόνη μου.» Η Νογκιζάκα-σαν με άρπαξε σφιχτά από το μπράτσο κλαψουρίζοντας, και ένα λουλουδάτο άρωμα έφτασε ως τα ρουθούνια μου. Στην πραγματικότητα δεν είχε λόγο να ανησυχεί, μια που με κρατούσε τόσο σφιχτά που δε μπορούσα ούτε να κουνηθώ. «Α, συγγνώμη.» Η Νογκιζάκα-σαν με άφησε βιαστικά, και είχα πάλι ελευθερία κινήσεων. Όμως για κάποιο λόγο, ξαφνικά ένιωσα ένα ίχνος απογοήτευσης. «Ας μείνουμε όπως είμαστε τώρα. Σε παρακαλώ μόνο να μη μ’αφήσεις μόνη, εντάξει;» Η Νογκιζάκα-σαν με κοίταξε στα μάτια και μου ζήτησε να μείνω κοντά της ενώ εξακολουθούσε να μου κρατάει το μπράτσο. Έγνεψα καταφατικά καθώς προχωρούσαμε προς τον πάγκο επιστροφής βιβλίων. Ήταν περίπου πενήντα μέτρα τον πάγκο, και προχωρήσαμε προσεκτικά προς τα εκεί. Κατά τη διάρκεια αυτού του σύντομου ταξιδιού, το ωραίο πρόσωπο της Νογκιζάκα-σαν σχεδόν άγγιξε το δικό μου μια δυο φορές. Τα γοητευτικά κεχριμπαρένια μάτια της, το αψεγάδιαστο λευκό δέρμα, και τα ρόδινα χείλη της έκαναν την καρδιά μου να χτυπάει πιο γρήγορα μετά από κάθε κοντινή επαφή...Μήπως έχω αρρυθμίες; «Ααχ!» Η Νογκιζάκα-σαν μάλλον είχε σκοντάψει πάνω σε κάτι...και από ό,τι φαινόταν ήταν πάλι εκείνη η καρέκλα διαβάσματος, σωστά; Έχασε την ισορροπία της, αλλά ευτυχώς κατάφερε να κρατηθεί και να μην πέσει λίγο πριν το πρόσωπό της γίνει ένα με το πάτωμα. Παραλίγο! «Πώς βρέθηκε αυτή η καρέκλα εδώ...» Πώς μπορούσε να λέει κάτι τέτοιο, αφού η καρέκλα ήταν ανέκαθεν εκεί, και μάλιστα είχε ήδη σκοντάψει άλλη μια φορά πάνω της; «Πάλι ρεζίλι έγινα, είμαι τόσο αδέξια!» Χαμογέλασε ντροπιασμένα προτού συνεχίσει να περπατάει, αλλά αμέσως σκόνταψε σε μια άλλη καρέκλα, και αυτή τη φορά έπεσε φαρδιά πλατιά στο πάτωμα. «...» Σκεφτόμουν, μη μου πεις πως... Η Νογκιζάκα-σαν είναι λίγο...όχι, τρομερά άτσαλη. «...Από μικρή σκόνταφτα και κουτουλούσα πάνω σε πράγματα όλη την ώρα.» Η Νογκιζάκα-σαν απάντησε μόνη της στην ερώτηση που είχε δημιουργηθεί στο μυαλό μου. «Μπορούσα να πέσω ακόμα και όταν περπατούσα σε ίσιο έδαφος, και μέχρι που έχω πέσει πάνω σε ηλεκτρικούς στύλους και παρκαρισμένα αυτοκίνητα.» «Μα δεν είσαι καλή στα αθλήματα;» Γιατί είχα την εντύπωση πως τα πήγαινε πολύ καλά στο μάθημα της γυμναστικής. «Χμμ.......δε νομίζω πως αυτό έχει να κάνει με τη φυσική μου κατάσταση.» «...Μάλλον έχεις δίκιο.» Ήταν στ’αλήθεια έτσι; Εγώ πάντως ποτέ δεν την είχα δει να σκοντάφτει ή να πέφτει πάνω σε κάτι στο σχολείο μέχρι τότε. «Συνήθως προσέχω πάρα πολύ...αλλά ίσως επειδή εσύ με έχεις ξαναδεί να σκοντάφτω Αγιάσε-κουν, μάλλον υποσυνείδητα χαλαρώνω την επαγρύπνησή μου, κι έτσι σκοντάφτω συχνότερα.» Η Νογκιζάκα-σαν χαμογέλασε συνεσταλμένα. Φαίνεται πως καταβάλλει μεγάλη προσπάθεια για να διατηρήσει τη δημόσια εικόνα της. «...Αχ, τι κάθομαι και λέω! Πρέπει να επιστρέψουμε το βιβλίο γρήγορα!» Η κατακόκκινη Νογκιζάκα-σαν ξαφνικά θυμήθηκε την αποστολή μας, και προχώρησε προς τον πάγκο επιστροφής βιβλίων χωρίς να σκοντάψει πουθενά αυτή τη φορά. Όταν έφτασε στον πάγκο, η Νογκιζάκα-σαν άνοιξε αμέσως τον υπολογιστή, που άναψε με ένα ελαφρό βουητό καθώς η οθόνη έδειξε το σύστημα λειτουργίας. «Έι, κάτι σκέφτηκα μόλις τώρα.» «Τι;» «Ακόμα κι αν επιστρέψουμε τώρα το βιβλίο, δε θα καταγραφούν τα δεδομένα καταχώρησης στον υπολογιστή;» Το συγκεκριμένο πρόγραμμα ήταν ειδικά σχεδιασμένο για το δανεισμό και την επιστροφή βιβλίων σε δανειστικές βιβλιοθήκες, πράγμα που σήμαινε ότι η μέρα και η ώρα κάθε συναλλαγής θα αποθηκεύονταν οπωσδήποτε στον υπολογιστή. Και πιο συγκεκριμένα, στο σκληρό δίσκο του υπολογιστή. Θα καταγραφόταν επομένως ότι στις εικοσιδύο Απριλίου, στις 23:08, το βιβλίο με κωδικό 1203 (ΑΘΩΟ ΧΑΜΟΓΕΛΟ) επιστράφηκε στη βιβλιοθήκη. «...» Η Νογκιζάκα-σαν πάγωσε για λίγα δευτερόλεπτα. «...Δεν το είχα σκεφτεί καθόλου αυτό.» Έι, έι! «Χμμ...Πρέπει να υπάρχει κάποιος τρόπος. Ας το δούμε λογικά. Μια που κανείς με τα σωστά του δε θα επέστρεφε ένα βιβλίο μια τέτοια ώρα, πιστεύω πως η βιβλιοθηκάριος θα υποθέσει ότι έγινε κάποιο λάθος στα δεδομένα. Οι άνθρωποι πάντα ψάχνουν κάποιο τρόπο να εξηγήσουν τέτοιες μικρές και ασήμαντες ανωμαλίες.» Ίσως να είχε δίκιο. Όμως ποτέ δε θα φανταζόμουν ότι είχε μια τόσο απρόσεκτη πλευρά. «Σε παρακαλώ περίμενε λίγο μέχρι να επιστρέψω το βιβλίο.» Αφού είπε αυτά τα λόγια, η Νογκιζάκα-σαν συγκεντρώθηκε στην οθόνη του υπολογιστή μπροστά της. Εγώ δεν είχα κάτι να κάνω, γι’αυτό δε μπορούσα να μην κοιτάξω τη Νογκιζάκα-σαν που είχε τα μάτια της καρφωμένα στην οθόνη. Γυαλιστερά μαύρα μαλλιά, δέρμα κατάλευκο σαν το χιόνι, κάτω από το αδύναμο φως του φεγγαριού και την αντανάκλαση από το φως της οθόνης το σώμα της έμοιαζε λουσμένο με ένα αχνογάλαζο φως, που την έκανε να μοιάζει μυστηριώδης σαν τη θεά της ίασης των θρύλων. Είναι το όμορφο, έξυπνο, αξιοπρεπές και μουσικά καλλιεργημένο ‘Άστρο της Νύχτας’. Όμως αυτοί οι έπαινοι δεν έμοιαζαν να ταιριάζουν στο κορίτσι που είχα τώρα μπροστά μου. Γιατί η δική μου εντύπωση για τη Νογκιζάκα-σαν δεν ήταν τέτοια. Πρωτύτερα, θεωρούσα τη Νογκιζάκα-σαν μια ήρεμη και συγκρατημένη νεαρή κυρία. Και είμαι σίγουρος πως και οι άλλοι συμμαθητές μου έτσι την έβλεπαν. Όμως τώρα, καταλαβαίνω γιατί δεν πρέπει να κρίνουμε ένα βιβλίο από το εξώφυλλο. Ποια κόρη πλούσιας και ισχυρής οικογένειας θα έμπαινε παράνομα στο ίδιο της το σχολείο μόνο και μόνο για να επιστρέψει ένα οτάκου περιοδικό; Και από πάνω θα έκλαιγε και θα σκόνταφτε πάνω σε χίλια δυο πράγματα, και θα γινόταν ρεζίλι με την αδεξιότητά της... Όμως, συγκριτικά με τη συνήθως τέλεια Νογκιζάκα-σαν, ένιωθα πως η Νογκιζάκα-σαν που έβλεπα τώρα ήταν πιο ‘ανθρώπινη’. Ήταν μια πολύ καλύτερη αίσθηση. Όμως καλύτερα να κρατήσω αυτές τις σκέψεις για τον εαυτό μου! Γιατί η Νογκιζάκα-σαν μάλλον δε θα χαιρόταν γι’αυτό, ακόμα κι αν εγώ πίστευα πως αυτή η πλευρά της ήταν καλύτερη. «Νογκιζάκα-σαν.» «Ναι;» Η Νογκιζάκα-σαν δεν γύρισε το κεφάλι της καθώς εξακολουθούσε να δουλεύει στον υπολογιστή. «Γιατί ξεκίνησες αυτό το χόμπι...Εννοώ, πώς έγινες οτάκου;» Τελικά τη ρώτησα! Θεέ μου, τι ήταν αυτό που είπα! Και της είχα ήδη υποσχεθεί πως δε θα ξαναμιλούσα ποτέ γι’αυτό. «Χμμ, πώς...» Παραδόξως, η Νογκιζάκα-σαν δε φάνηκε να είχε πειραχτεί καθώς απαντούσε στην ερώτησή μου. «Να σου πω, κι εγώ η ίδια δεν είμαι σίγουρη, γιατί όταν το συνειδητοποίησα, ήμουν ήδη οτάκου. Όμως...νομίζω, ή μάλλον είμαι βέβαιη πως ‘αυτό’ ήταν η αφορμή για να ξεκινήσω αυτό το χόμπι μου.» Έφερε ένα δάχτυλο στη γωνιά του στόματός της καθώς ξαναθυμόταν τι ήταν το ‘αυτό’. «Συνέβη κάπου έξι χρόνια πριν. Επειδή είχα τσακωθεί με τους γονείς μου για όλα αυτά τα μαθήματα που με έβαζαν να κάνω, το έσκασα από το σπίτι και πήγα σε ένα κοντινό πάρκο για να κλάψω. Ο λόγος για τον καυγά ήταν...ότι είχα υποσχεθεί σε κάτι φίλες μου να πάμε να παίξουμε, αλλά η ώρα που είχαμε κανονίσει συνέπιπτε με το μάθημα γιαπωνέζικων χορών μου, και δε με άφησαν να πάω. Ήταν η πρώτη φορά που με είχαν καλέσει να παίξουμε, και είχα χαρεί πάρα πολύ, αλλά αναγκάστηκα να αρνηθώ την πρόσκληση επειδή οι γονείς μου με είχαν γράψει στα μαθήματα γιαπωνέζικων χορών...Είχα στενοχωρηθεί πολύ, γι’αυτό έτρεξα στο πάρκο για να κλάψω με την ησυχία μου. Έκλαιγα και έκλαιγα, χωρίς να δίνω σημασία στις ματιές των περαστικών. Νομίζω πως μάλλον ήθελα να έρθει κάποιος να με παρηγορήσει, αλλά ο κόσμος δεν ήταν τόσο καλός όσο τον νόμιζα μέχρι τότε. Πολλοί άνθρωποι πέρασαν δίπλα μου, αλλά όλοι με αγνόησαν, γιατί τα παιδιά που κλαίνε είναι ενοχλητικά. Όμως...ένας άνθρωπος, ένας μόνο, ήρθε και μου μίλησε.» Η Νογκιζάκα-σαν είχε ένα απόμακρο βλέμμα, σαν να έβλεπε κάπου πολύ μακριά. «Αν και ήταν κάπως απότομος, έκανε ό,τι μπορούσε για να με παρηγορήσει. Τα θυμάμαι όλα λες και ήταν χτες. Τότε ήταν που...μου έδωσε να διαβάσω το πρώτο τεύχος του ‘Αθώου Χαμόγελου’.» Η Νογκιζάκα-σαν συνέχισε με μεγαλύτερη ζωηρότητα. «Πριν απ’αυτό, δεν είχα διαβάσει ποτέ μάνγκα, κι έτσι ήταν μια καινούρια εμπειρία για μένα...Μέσα σε μια στιγμή, είχα καταμαγευτεί από το περιοδικό. Αυτοί που διαβάζουν μάνγκα αισθάνονται τόση ευφορία, και μάλλον με τράβηξε πολύ αυτού του είδους η ατμόσφαιρα...Και στο τέλος, μέχρι που ζήτησα από αυτόν τον άνθρωπο να μου δώσει εκείνο το πρώτο τεύχος.» Η Νογκιζάκα-σαν γέλασε. Ουάου! Τι συγκινητική ιστορία! Πώς μπόρεσε εκείνος ο τύπος να σκεφτεί καν να χρησιμοποιήσει το ‘Αθώο Χαμόγελο’ για να παρηγορήσει ένα κοριτσάκι του δημοτικού! Απίθανος τύπος. «Υποθέτω πως αυτή ήταν η αρχή για το χόμπι μου. Μετά απ’αυτό, όποτε ήθελα να θυμηθώ αυτή τη χαρούμενη ατμόσφαιρα, διάβαζα στα κρυφά μάνγκα...και γι’αυτό, μέχρι και σήμερα, το ‘Αθώο Χαμόγελο’ έχει μια ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου.» Ώστε γι’αυτό ήταν διατεθειμένη να πάρει το ρίσκο να το δανειστεί από τη βιβλιοθήκη. Ακόμα κι ο Νομπουνάγκα είχε πει ότι τα παλιά τεύχη του ‘Αθώου Χαμόγελου’ ήταν ανεκτίμητα. Νομίζω πως επιτέλους καταλάβαινα γιατί ο Νομπουνάγκα ήταν πρόθυμος να κάνει οτιδήποτε προκειμένου να πετύχει τους στόχους του. «Ουφ...επιτέλους τελείωσα.» Άκουσα τον ήχο από το πλήκτρο ENTER που πατιόταν. Φαίνεται πως η αποστολή μας είχε τελειώσει. Η Νογκιζάκα-σαν επιτέλους πρόσεξε το βλέμμα μου. Καθώς σηκωνόταν από την οθόνη του υπολογιστή, ξαφνικά σταμάτησε να κινείται, σαν παιχνίδι που είχε μείνει από μπαταρία. «Τι τρέχει; Έχω τίποτα περίεργο πάνω μου;» Το πρόσωπο της Νογκιζάκα-σαν είχε κοκκινίσει από ντροπή, μια αντίδραση που ποτέ δε θα έβλεπα στην τάξη. «Όχι...απλώς σκεφτόμουν πως είσαι λίγο παράξενη για κόρη πλούσιας και ισχυρής οικογένειας.» Της είπα ειλικρινά τη γνώμη μου. «Χμμ...Νομίζω πως είναι μεγάλη αγένεια να μου το λες απευθείας αυτό...» Παρόλο που μίλησε έτσι, η Νογκιζάκα-σαν δεν έμοιαζε θυμωμένη. Αντίθετα, μου φάνηκε μάλλον χαρούμενη. «Κατά τη γνώμη μου...εσύ είσαι πολύ πιο παράξενος από μένα, Αγιάσε-κουν. Ναι, είσαι τόσο παράξενος που είμαι βέβαιη πως θα κέρδιζες όλους τους πανιαπωνικούς διαγωνισμούς παραξενιάς που υπάρχουν.» «Ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια.» Τι είδους διαγωνισμός μπορεί να είναι αυτός! «...» «...» Για μια στιγμή έπεσε σιωπή. «...Χαχαχαχα!» «...Χαχαχαχα!» Και την επόμενη στιγμή, κοιταχτήκαμε στα μάτια και βάλαμε τα γέλια. Ακριβώς τη στιγμή που χτυπούσαν μεσάνυχτα, ένα αντρικό και ένα γυναικείο γέλιο αντήχησαν στην άδεια βιβλιοθήκη! Αν το άκουγε κανείς αυτό, μάλλον θα ήταν η αρχή της νέας εκδοχής των εφτά μυστηρίων του σχολείου. Θα ήταν το ‘Υστερικό γέλιο του ζευγαριού φαντασμάτων στη βιβλιοθήκη τα μεσάνυχτα.’ Ούτε ξέρω πόση ώρα στεκόμασταν εκεί και γελούσαμε. Όταν τελικά σταματήσαμε να γελάμε, η Νογκιζάκα-σαν μίλησε ξαφνικά με πολύ σοβαρό ύφος. «Ήμουν σίγουρη...πως όλα είχαν τελειώσει.» Άρχισε ξαφνικά να μιλάει γι’αυτό το θέμα. «Όλα είχαν τελειώσει;» «Ναι.» Η Νογκιζάκα-σαν κατένευσε έντονα. «Όταν είδες πως είχα δανειστεί το ‘Αθώο Χαμόγελο’, και όταν με είδες να σκοντάφτω και να πέφτω, Αγιάσε-κουν...Νόμισα πως όλοι θα μάθαιναν ότι έχω αυτό το χόμπι, και μετά όλοι θα με κοιτούσαν παράξενα και θα με κορόιδευαν. Στ’αλήθεια πίστευα πως αυτό θα γινόταν.» Είχε δίκιο. Αν και εγώ δεν το έκανα γιατί ερχόμουν τακτικά σε επαφή με τέτοιου είδους πράγματα λόγω του Νομπουνάγκα, υπάρχουν πολλοί άνθρωποι στην κοινωνία που περιφρονούν όσους έχουν τέτοια χόμπι. Αν μάθαινε κανείς ότι το ‘Άστρο της Νύχτας’ ήταν οτάκου, σίγουρα θα το διέδιδε σε όλο το σχολείο χωρίς κανένα δισταγμό. Για μισό λεπτό. Τα λόγια της Νογκιζάκα-σαν μοιάζουν να υπονοούν ότι... «Νογκιζάκα-σαν, νόμισες πως θα πήγαινα και θα έλεγα σε όλους ότι είσαι οτάκου;» Για τέτοιον με πέρασε; Η Νογκιζάκα-σαν ντροπιασμένα απέφυγε τη ματιά μου. «Λυ...λυπάμαι πολύ! Είναι επειδή δεν ήξερα τι άνθρωπος είσαι! Γι’αυτό δε μπορούσα να αρνηθώ την πιθανότητα να συμβεί κάτι τέτοιο. Και δεν είχα μιλήσει σχεδόν ποτέ σε αγόρι πρωτύτερα...Γι’αυτό...σε φοβόμουν λιγάκι.» «Δεν είχες μιλήσει ποτέ σε...» Η Νογκιζάκα-σαν; Το ‘Άστρο της Νύχτας’; Να κάτι που δε θα φανταζόμουν ποτέ! «Για κάποιο λόγο, τα αγόρια είναι πολύ συνεσταλμένα μαζί μου, δε μπορούν να χαλαρώσουν όπως με τα άλλα κορίτσια. Μου φαίνεται πως μόνο εσύ μπορείς να μου μιλάς φυσιολογικά, Αγιάσε-κουν.» Νομίζω πως αυτό συμβαίνει επειδή η Νογκιζάκα-σαν παραείναι όμορφη και τέλεια. Όμως...εγώ δεν είναι ανάγκη να είμαι σαν τους άλλους! Η Νογκιζάκα-σαν συνέχισε, «Γι’αυτό λοιπόν πίστεψα στ’αλήθεια πως είχαν τελειώσει όλα για μένα, σε σημείο που σκέφτηκα να το σκάσω για κάποιο μακρινό μέρος...Όμως αποδείχτηκε πως έκανα λάθος, γιατί εσύ κράτησες την υπόσχεσή σου, Αγιάσε-κουν, και δεν είπες σε κανένα για το χόμπι μου, και ακόμα και μετά που έμαθες γι’αυτό, δε με κορόιδεψες. Μου φέρθηκες φυσιολογικά...και μέχρι που με βοήθησες. Αν δεν ήσουνα εσύ, ειλικρινά δεν ξέρω τι θα έκανα...Νομίζω πως είμαι πραγματικά απαράδεκτη που αμφέβαλλα για σένα στην αρχή, στ’αλήθεια θέλω να το φωνάξω πόσο ηλίθια ήμουν. Ειλικρινά........θέλω πραγματικά να σε ευχαριστήσω μέσα απ’την καρδιά μου, Αγιάσε-κουν.» Η Νογκιζάκα-σαν στάθηκε μπροστά μου και έκανε μια υπόκλιση για να εκφράσει την ευγνωμοσύνη της. «Σ’ευχαριστώ.........Σ’ευχαριστώ πολύ για όλα όσα έκανες για μένα!» Η πόζα της ήταν παρόμοια με αυτή που είχα δει σε εκείνο το περιβόητο περιοδικό πριν λίγες μέρες, αλλά τώρα που την έκανε η Νογκιζάκα-σαν, ήταν μάλλον η πιο χαριτωμένη πόζα του αιώνα... Πάνω που πήγαινα να χάσω τα λογικά μου... Φρους, φρους! «!;» Ένας θόρυβος ακούστηκε πίσω από τα ράφια. «Τι...τι θόρυβος........ήταν αυτός;» Η Νογκιζάκα-σαν με άρπαξε με μια αστραπιαία κίνηση. Συνήθως κανείς αποκτά τέτοια ταχύτητα μόνο όταν πιάσει φωτιά...όχι, ήταν μια σχεδόν υπεράνθρωπη επίδειξη σβελτάδας, σωστά; Όποιος κι αν ήταν ο λόγος για την αφύσικη επίδειξη δύναμης της Νογκιζάκα-σαν, το θέμα ήταν, πως το μπράτσο μου ήρθε σε επαφή με δυο μαλακές σφαίρες... «Μοιάζει...μοιάζει σαν να έρχεται από την άλλη μεριά της βιβλιοθήκης, μήπως είναι ο ‘νεκρός αναγνώστης’...» «Δεν υπάρχουν φαντάσματα...» Όχι, δεν υπάρχουν...Ή τουλάχιστον ελπίζω πως δεν υπάρχουν. «Τι να κάνουμε;» Η Νογκιζάκα-σαν με κοίταξε νευρικά. Εκείνη τη στιγμή είχα τρεις επιλογές. Πρώτον, κάτω από την επίδραση της, ομολογουμένως αρκετής περιέργειάς μου, να πάω να δω τι ήταν αυτό. Δεύτερον, να παραμείνω ψύχραιμος και να το σκάσω. Τρίτον, να κάνω πως φοβήθηκα και να εκμεταλλευτώ την κατάσταση για να αγκαλιάσω τη Νογκιζάκα-σαν. Προσωπικά, ήθελα να διαλέξω την τρίτη επιλογή, αλλά...Όχι αυτό δεν είναι παρά η δική μου φαντασίωση, και θα μπορούσα να βρεθώ κατηγορούμενος για σεξουαλική παρενόχληση. Λογικά, θα έπρεπε να διαλέξω τη δεύτερη επιλογή, αφού μάλιστα είχαμε ήδη κάνει αυτό για το οποίο είχαμε έρθει. Δεν υπήρχε λόγος να σκαλίζουμε κάτι που δε μας αφορούσε. «Αχ, Αγιάσε-κουν...» «Θα πάω να ρίξω μια ματιά, περίμενέ με εδώ.» Με αγκάλιασε σφιχτά από τη μέση. «Θα έρθω μαζί σου.» «Μα, μπορεί να δεις κάτι τρομακτικό...» «Θα φοβηθώ περισσότερο αν μείνω εδώ μόνη μου.» Δίκιο είχε. «Τότε, πάμε μαζί;» «Ε...Εντάξει...» Οι δυο μας ξεκινήσαμε να βαδίζουμε προς την κατεύθυνση από όπου είχε ακουστεί ο παράξενος ήχος. «Νομίζω...πως ακούστηκε από το ράφι με τις παρτιτούρες.» «Παρτιτούρες;» Έχουμε και παρτιτούρες στη βιβλιοθήκη μας; Μου είχε φανεί κάπως παράξενο που είχαν το ‘Αθώο Χαμόγελο’, αλλά βέβαια δεν ήταν και τόσο περίεργο να έχουν και παρτιτούρες. «Κάπου εδώ είναι.» Κάτω από την καθοδήγηση της Νογκιζάκα-σαν, πάνω που πλησιάζαμε στη γωνία του εν λόγω ραφιού... Ντανγκντανγκντανγκ......... Ακούσαμε ένα ήχο διαφορετικό από τον προηγούμενο. Φρους φρους... Και μετά ακούστηκε ο ήχος ενός βιβλίου που έπεφτε στο πάτωμα. «Ααχ...» Η Νογκιζάκα-σαν άρπαξε το χέρι μου ενώ βούλωνε τ’αυτιά της με μια αναπάντεχη ευλυγισία. «Νομίζω πως...» Με κοίταξε με δάκρυα στα μάτια. «Πρέπει να είναι ο ‘νεκρός αναγνώστης’...Αγιάσε-κουν! Λέω να φύγουμε γρήγορα από δω!» «Όχι, περίμενε ένα λεπτό...» Ο ήχος από τα βιβλία που έπεφταν στο πάτωμα σταμάτησε, αλλά τη θέση του πήρε ένας άλλος ήχος. Ντινγκντανγκντανγκντινγκντανγκντανγκ...Σαν γνωστός μου φάνηκε. Α...λες να ήταν ‘αυτό’! «Αχ, Αγιάσε-κουν!» Πήγα μέχρι το ράφι και είδα πως τα συμπεράσματά μου ήταν σωστά. «...Κινητό είναι.» Ένα λευκό αντικείμενο ήταν πάνω στο ράφι με τις παρτιτούρες, και καθώς δονούνταν έριχνε τις παρτιτούρες πάνω στο ράφι. Γιατί ήταν ένα κινητό που δεχόταν κλήση. «...Μου φαίνεται πως κάπου το έχω ξαναδεί αυτό.» Είχε ένα μπρελόκ κρεμασμένο πάνω του με τη λέξη ΓΙΟΥΚΑΡΙ με αγγλικούς χαρακτήρες. Μα ναι! Δεν είχε πει αυτή ότι είχε χάσει το κινητό της; Φαίνεται πως το είχε ξεχάσει εδώ όταν ήρθε να δανειστεί παρτιτούρες. Πραγματικά ξέρει πώς να προκαλεί αναστάτωση! Αποφάσισα να της το επιστρέψω την επομένη και το έκλεισα για να σταματήσω τον ενοχλητικό θόρυβο. «Νογκιζάκα-σαν, όλα είναι εντάξει, βρήκα την πηγή του θορύβου.» Φώναξα την κάτωχρη Νογκιζάκα-σαν που κρυβόταν τρέμοντας πίσω από το ράφι. Μάλλον επειδή οι παράξενοι θόρυβοι είχαν σταματήσει, η Νογκιζάκα-σαν έμοιαζε να είχε ξεφοβηθεί κάπως καθώς ερχόταν αργά προς το μέρος μου. «Ξέρεις τι έκανε αυτούς τους θορύβους;» «Ναι, αυτό εδώ τα έκανε όλα.» Της έδειξα το λευκό κινητό που είχε το αντίθετο χρώμα από την καρδιά της ιδιοκτήτριάς του, κι αυτή έπεσε καταγής σαν να μην την κρατούσαν άλλο τα πόδια της. «Αχ, νιώθω τόσο αδύναμη τώρα που χαλάρωσα.» Η Νογκιζάκα-σαν έμοιαζε να είχε κατατρομάξει. Αυτή ήταν η πρώτη φορά που έβλεπα κάποιον τόσο φοβισμένο, και αυτός ο κάποιος ήταν το ‘Άστρο της Νύχτας’...Ήταν μια σκηνή σαν βγαλμένη από φαρσοκωμωδία. «Χα...» Δε μπόρεσα να μη γελάσω. Βλέποντας πως γελούσα μαζί της, η Νογκιζάκα-σαν φούσκωσε τα μάγουλά της με θυμό. «Γιατί...γιατί γελάς! Πού το βλέπεις το αστείο; Δεν το έκανα επίτηδες, ήταν επειδή...επειδή ήταν πολύ τρομακτικό!» Είπε τσατισμένη, αλλά σύντομα σταμάτησε. «Πραγματικά........είσαι πολύ παράξενος άνθρωπος.» «Κι εσύ το ίδιο!» Και μετά κοιταχτήκαμε και ξαναρχίσαμε να γελάμε, να γελάμε τόσο δυνατά που πρέπει να μας άκουγαν μέχρι έξω απ’το σχολείο. Λες να ακούγαμε μια καινούρια εκδοχή των εφτά μυστηρίων του σχολείου αύριο στο σχολείο;
Summary:
Please note that all contributions to Baka-Tsuki are considered to be released under the TLG Translation Common Agreement v.0.4.1 (see
Baka-Tsuki:Copyrights
for details). If you do not want your writing to be edited mercilessly and redistributed at will, then do not submit it here.
You are also promising us that you wrote this yourself, or copied it from a public domain or similar free resource.
Do not submit copyrighted work without permission!
To protect the wiki against automated edit spam, please solve the following captcha:
Cancel
Editing help
(opens in new window)
Navigation menu
Personal tools
English
Not logged in
Talk
Contributions
Create account
Log in
Namespaces
Page
Discussion
English
Views
Read
Edit
View history
More
Search
Navigation
Charter of Guidance
Project Presentation
Recent Changes
Categories
Quick Links
About Baka-Tsuki
Getting Started
Rules & Guidelines
IRC: #Baka-Tsuki
Discord server
Annex
MAIN PROJECTS
Alternative Languages
Teaser Projects
Web Novel Projects
Audio Novel Project
Network
Forum
Facebook
Twitter
IRC: #Baka-Tsuki
Discord
Youtube
Completed Series
Baka to test to shoukanjuu
Chrome Shelled Regios
Clash of Hexennacht
Cube × Cursed × Curious
Fate/Zero
Hello, Hello and Hello
Hikaru ga Chikyuu ni Itakoro......
Kamisama no Memochou
Kamisu Reina Series
Leviathan of the Covenant
Magika no Kenshi to Basileus
Masou Gakuen HxH
Maou na Ore to Fushihime no Yubiwa
Owari no Chronicle
Seirei Tsukai no Blade Dance
Silver Cross and Draculea
A Simple Survey
Ultimate Antihero
The Zashiki Warashi of Intellectual Village
One-shots
Amaryllis in the Ice Country
(The) Circumstances Leading to Waltraute's Marriage
Gekkou
Iris on Rainy Days
Mimizuku to Yoru no Ou
Tabi ni Deyou, Horobiyuku Sekai no Hate Made
Tada, Sore Dake de Yokattan Desu
The World God Only Knows
Tosho Meikyuu
Up-to-Date (Within 1 Volume)
Heavy Object
Hyouka
I'm a High School Boy and a Bestselling Light Novel author, strangled by my female classmate who is my junior and a voice actress
The Unexplored Summon://Blood-Sign
Toaru Majutsu no Index: Genesis Testament
Regularly Updated
City Series
Kyoukai Senjou no Horizon
Visual Novels
Anniversary no Kuni no Alice
Fate/Stay Night
Tomoyo After
White Album 2
Original Light Novels
Ancient Magic Arc
Dantega
Daybreak on Hyperion
The Longing Of Shiina Ryo
Mother of Learning
The Devil's Spice
Tools
What links here
Related changes
Special pages
Page information