Difference between revisions of "Nogizaka Haruka no Himitsu (Greek):Volume1 Chapter2"
(→0) |
|||
Line 3: | Line 3: | ||
− | =='''0'''== |
||
− | |||
+ | '''Κεφάλαιο 2''' |
||
− | |||
− | |||
− | Ήταν μια καυτή Κυριακή του Μαΐου. |
||
+ | =='''0'''== |
||
− | Στεκόμουν μπροστά από ένα κατάστημα που βρισκόταν στο μεγαλύτερο δρόμο μαγαζιών με ηλεκτρονικά στην Ιαπωνία. |
||
+ | |||
− | |||
+ | Ήταν μια καυτή Κυριακή του Μαΐου. |
||
− | Κοιτώντας το παράξενο θέαμα μπροστά μου, δεν μπόρεσα να μην αφήσω ένα σιωπηλό αναστεναγμό. |
||
+ | Στεκόμουν μπροστά από ένα κατάστημα που βρισκόταν στο μεγαλύτερο δρόμο μαγαζιών με ηλεκτρονικά στην Ιαπωνία. |
||
− | |||
+ | Κοιτώντας το παράξενο θέαμα μπροστά μου, δεν μπόρεσα να μην αφήσω ένα σιωπηλό αναστεναγμό. |
||
− | |||
− | «...Γιατί δε βγήκε ακόμα; Τόση ώρα παίζω...» |
+ | «...Γιατί δε βγήκε ακόμα; Τόση ώρα παίζω...» |
+ | Ένα πανέμορφο κορίτσι μουρμούρισε με απογοήτευση στα μάτια της γέρνοντας το κεφαλάκι της στο πλάι. |
||
− | |||
+ | Αυτή η έκφραση δεν ήταν και τόσο παράδοξη, μια και το όμορφο κορίτσι είναι, κατά βάση, άνθρωπος (αν και αρκετοί θα διαφωνούσαν ως προς αυτό), και μοιάζει να βασανίζεται από ένα δυσεπίλυτο πρόβλημα. Στην πραγματικότητα, το πράγμα δεν ήταν και τόσο περίπλοκο, απλώς... |
||
− | |||
+ | Απλώς, η ουσία του προβλήματος είναι.......το αντικείμενο που το όμορφο κορίτσι κρατούσε στο δεξί της χέρι, και το αντικείμενο μπροστά στα μάτια της. |
||
− | Ένα πανέμορφο κορίτσι μουρμούρισε με απογοήτευση στα μάτια της γέρνοντας το κεφαλάκι της στο πλάι. |
||
+ | «Πάλι δεν το πέτυχα...» |
||
− | |||
+ | Τα ντελικάτα δάχτυλα κρατούσαν σφιχτά ένα σφαιρικό αντικείμενο κάπου 6 εκ. σε διάμετρο, που είχε βγει από ένα μηχάνημα με κερματοδέκτη. Αυτό και άλλα παρόμοια αντικείμενα έβγαιναν το ένα πίσω από το άλλο εδώ και αρκετή ώρα, από κάτι που ο απλός κόσμος αποκαλεί μηχάνημα με κάψουλες. |
||
− | |||
+ | «Τι παράξενο...» |
||
− | Αυτή η έκφραση δεν ήταν και τόσο παράδοξη, μια και το όμορφο κορίτσι είναι, κατά βάση, άνθρωπος (αν και αρκετοί θα διαφωνούσαν ως προς αυτό), και μοιάζει να βασανίζεται από ένα δυσεπίλυτο πρόβλημα. Στην πραγματικότητα, το πράγμα δεν ήταν και τόσο περίπλοκο, απλώς... |
||
+ | Κάθε φορά που τσέκαρε το παιχνίδι μέσα στην ωοειδή κάψουλα, η φωνή της Χάρουκα γινόταν όλο και πιο αδύναμη, αλλά παρόλα αυτά, το χέρι που γύριζε συνεχώς το χερούλι του μηχανήματος δεν εννοούσε να σταματήσει. Ποιος θα φανταζόταν ότι είχε τέτοια προδιάθεση για εθισμό στο τζόγο. |
||
− | |||
+ | «Άλλη μια φορά...Σίγουρα θα το πετύχω την επόμενη φορά...» |
||
− | |||
+ | Τέλος πάντων...Αυτό το πανέμορφο κορίτσι που έριχνε μανιωδώς κέρματα στον κερματοδέκτη του μηχανήματος με κάψουλες λες και εξαρτιόταν η ζωή της απ’αυτό προκαλούσε στους άλλους μια αφόρητη αίσθηση αντιφατικότητας. Όλοι όσοι περνούσαν δίπλα μας άθελά τους γύριζαν να κοιτάξουν το περίεργο θέαμα που παρουσιάζαμε. |
||
− | Απλώς, η ουσία του προβλήματος είναι.......το αντικείμενο που το όμορφο κορίτσι κρατούσε στο δεξί της χέρι, και το αντικείμενο μπροστά στα μάτια της. |
||
+ | «Χάρουκα...Αρκετά δεν έπαιξες;» |
||
− | |||
+ | Ήδη υπήρχαν πάνω από δέκα κάψουλες που κυλούσαν στο έδαφος γύρω της, αλλά η Χάρουκα εξακολούθησε να κουνάει αρνητικά το κεφάλι της. |
||
− | |||
+ | «...Μα η Άκι-τσαν που παίζει πιάνο δε βγήκε ακόμα...» |
||
− | «Πάλι δεν το πέτυχα...» |
||
+ | Με άλλα λόγια, δε θα φύγουμε από δω αν δε βγει η Άκι-τσαν που παίζει πιάνο; Αχ βρε Χάρουκα, μην πέφτεις στην παγίδα των ύπουλων εμπορικών τεχνασμάτων...... |
||
− | |||
− | + | «...» |
|
+ | Κλανκ κλανκ, ακούστηκε πάλι ο μοχλός. Η Χάρουκα κοίταξε το αντικείμενο μέσα στην κάψουλα και συνοφρυώθηκε έντονα με πένθιμο ύφος. |
||
− | Τα ντελικάτα δάχτυλα κρατούσαν σφιχτά ένα σφαιρικό αντικείμενο κάπου 6 εκ. σε διάμετρο, που είχε βγει από ένα μηχάνημα με κερματοδέκτη. Αυτό και άλλα παρόμοια αντικείμενα έβγαιναν το ένα πίσω από το άλλο εδώ και αρκετή ώρα, από κάτι που ο απλός κόσμος αποκαλεί μηχάνημα με κάψουλες. |
||
+ | «Πάλι δεν το πέτυχα...» |
||
− | |||
+ | Δεν ήξερα πια τι να κάνω και κοιτούσα αβοήθητος τη Χάρουκα να ρίχνει το ένα κέρμα μετά το άλλο στο μηχάνημα, μόνο και μόνο για να αφήνει κάθε φορά ένα αναστεναγμό βαθύ σαν το Ρήγμα Μαριάνα. |
||
− | |||
− | «Τι παράξενο...» |
||
− | |||
− | |||
− | Κάθε φορά που τσέκαρε το παιχνίδι μέσα στην ωοειδή κάψουλα, η φωνή της Χάρουκα γινόταν όλο και πιο αδύναμη, αλλά παρόλα αυτά, το χέρι που γύριζε συνεχώς το χερούλι του μηχανήματος δεν εννοούσε να σταματήσει. Ποιος θα φανταζόταν ότι είχε τέτοια προδιάθεση για εθισμό στο τζόγο. |
||
− | |||
− | |||
− | «Άλλη μια φορά...Σίγουρα θα το πετύχω την επόμενη φορά...» |
||
− | |||
− | |||
− | Τέλος πάντων...Αυτό το πανέμορφο κορίτσι που έριχνε μανιωδώς κέρματα στον κερματοδέκτη του μηχανήματος με κάψουλες λες και εξαρτιόταν η ζωή της απ’αυτό προκαλούσε στους άλλους μια αφόρητη αίσθηση αντιφατικότητας. Όλοι όσοι περνούσαν δίπλα μας άθελά τους γύριζαν να κοιτάξουν το περίεργο θέαμα που παρουσιάζαμε. |
||
− | |||
− | |||
− | «Χάρουκα...Αρκετά δεν έπαιξες;» |
||
− | |||
− | |||
− | Ήδη υπήρχαν πάνω από δέκα κάψουλες που κυλούσαν στο έδαφος γύρω της, αλλά η Χάρουκα εξακολούθησε να κουνάει αρνητικά το κεφάλι της. |
||
− | |||
− | |||
− | «...Μα η Άκι-τσαν που παίζει πιάνο δε βγήκε ακόμα...» |
||
− | |||
− | |||
− | Με άλλα λόγια, δε θα φύγουμε από δω αν δε βγει η Άκι-τσαν που παίζει πιάνο; Αχ βρε Χάρουκα, μην πέφτεις στην παγίδα των ύπουλων εμπορικών τεχνασμάτων...... |
||
− | |||
− | |||
− | «...» |
||
− | |||
− | |||
− | Κλανκ κλανκ, ακούστηκε πάλι ο μοχλός. Η Χάρουκα κοίταξε το αντικείμενο μέσα στην κάψουλα και συνοφρυώθηκε έντονα με πένθιμο ύφος. |
||
− | |||
− | |||
− | «Πάλι δεν το πέτυχα...» |
||
− | |||
− | |||
− | Δεν ήξερα πια τι να κάνω και κοιτούσα αβοήθητος τη Χάρουκα να ρίχνει το ένα κέρμα μετά το άλλο στο μηχάνημα, μόνο και μόνο για να αφήνει κάθε φορά ένα αναστεναγμό βαθύ σαν το Ρήγμα Μαριάνα. |
||
− | |||
− | |||
Τι κάνω...Τι κάθομαι και κάνω εδώ! |
Τι κάνω...Τι κάθομαι και κάνω εδώ! |
||
− | |||
− | |||
Ούτε εγώ ο ίδιος δεν καταλαβαίνω. Είχα μια τόσο σπάνια ευκαιρία να πάω για ψώνια με τη Χάρουκα, πώς έγινε και καταλήξαμε εδώ; Εκείνη τη στιγμή, ένιωσα μια ακατανίκητη ανάγκη να ξανασκεφτώ την απόφασή μου να ακολουθήσω το νέο δρόμο που ανοίχτηκε στη ζωή μου, που είχα πάρει πριν από ένα μήνα περίπου. |
Ούτε εγώ ο ίδιος δεν καταλαβαίνω. Είχα μια τόσο σπάνια ευκαιρία να πάω για ψώνια με τη Χάρουκα, πώς έγινε και καταλήξαμε εδώ; Εκείνη τη στιγμή, ένιωσα μια ακατανίκητη ανάγκη να ξανασκεφτώ την απόφασή μου να ακολουθήσω το νέο δρόμο που ανοίχτηκε στη ζωή μου, που είχα πάρει πριν από ένα μήνα περίπου. |
||
− | |||
− | |||
Πώς βρέθηκα εγώ σ’αυτή την κατάσταση; |
Πώς βρέθηκα εγώ σ’αυτή την κατάσταση; |
||
Revision as of 00:33, 15 April 2011
Κεφάλαιο 2
Κεφάλαιο 2
0
Ήταν μια καυτή Κυριακή του Μαΐου. Στεκόμουν μπροστά από ένα κατάστημα που βρισκόταν στο μεγαλύτερο δρόμο μαγαζιών με ηλεκτρονικά στην Ιαπωνία. Κοιτώντας το παράξενο θέαμα μπροστά μου, δεν μπόρεσα να μην αφήσω ένα σιωπηλό αναστεναγμό. «...Γιατί δε βγήκε ακόμα; Τόση ώρα παίζω...» Ένα πανέμορφο κορίτσι μουρμούρισε με απογοήτευση στα μάτια της γέρνοντας το κεφαλάκι της στο πλάι. Αυτή η έκφραση δεν ήταν και τόσο παράδοξη, μια και το όμορφο κορίτσι είναι, κατά βάση, άνθρωπος (αν και αρκετοί θα διαφωνούσαν ως προς αυτό), και μοιάζει να βασανίζεται από ένα δυσεπίλυτο πρόβλημα. Στην πραγματικότητα, το πράγμα δεν ήταν και τόσο περίπλοκο, απλώς... Απλώς, η ουσία του προβλήματος είναι.......το αντικείμενο που το όμορφο κορίτσι κρατούσε στο δεξί της χέρι, και το αντικείμενο μπροστά στα μάτια της. «Πάλι δεν το πέτυχα...» Τα ντελικάτα δάχτυλα κρατούσαν σφιχτά ένα σφαιρικό αντικείμενο κάπου 6 εκ. σε διάμετρο, που είχε βγει από ένα μηχάνημα με κερματοδέκτη. Αυτό και άλλα παρόμοια αντικείμενα έβγαιναν το ένα πίσω από το άλλο εδώ και αρκετή ώρα, από κάτι που ο απλός κόσμος αποκαλεί μηχάνημα με κάψουλες. «Τι παράξενο...» Κάθε φορά που τσέκαρε το παιχνίδι μέσα στην ωοειδή κάψουλα, η φωνή της Χάρουκα γινόταν όλο και πιο αδύναμη, αλλά παρόλα αυτά, το χέρι που γύριζε συνεχώς το χερούλι του μηχανήματος δεν εννοούσε να σταματήσει. Ποιος θα φανταζόταν ότι είχε τέτοια προδιάθεση για εθισμό στο τζόγο. «Άλλη μια φορά...Σίγουρα θα το πετύχω την επόμενη φορά...» Τέλος πάντων...Αυτό το πανέμορφο κορίτσι που έριχνε μανιωδώς κέρματα στον κερματοδέκτη του μηχανήματος με κάψουλες λες και εξαρτιόταν η ζωή της απ’αυτό προκαλούσε στους άλλους μια αφόρητη αίσθηση αντιφατικότητας. Όλοι όσοι περνούσαν δίπλα μας άθελά τους γύριζαν να κοιτάξουν το περίεργο θέαμα που παρουσιάζαμε. «Χάρουκα...Αρκετά δεν έπαιξες;» Ήδη υπήρχαν πάνω από δέκα κάψουλες που κυλούσαν στο έδαφος γύρω της, αλλά η Χάρουκα εξακολούθησε να κουνάει αρνητικά το κεφάλι της. «...Μα η Άκι-τσαν που παίζει πιάνο δε βγήκε ακόμα...» Με άλλα λόγια, δε θα φύγουμε από δω αν δε βγει η Άκι-τσαν που παίζει πιάνο; Αχ βρε Χάρουκα, μην πέφτεις στην παγίδα των ύπουλων εμπορικών τεχνασμάτων...... «...» Κλανκ κλανκ, ακούστηκε πάλι ο μοχλός. Η Χάρουκα κοίταξε το αντικείμενο μέσα στην κάψουλα και συνοφρυώθηκε έντονα με πένθιμο ύφος. «Πάλι δεν το πέτυχα...» Δεν ήξερα πια τι να κάνω και κοιτούσα αβοήθητος τη Χάρουκα να ρίχνει το ένα κέρμα μετά το άλλο στο μηχάνημα, μόνο και μόνο για να αφήνει κάθε φορά ένα αναστεναγμό βαθύ σαν το Ρήγμα Μαριάνα. Τι κάνω...Τι κάθομαι και κάνω εδώ! Ούτε εγώ ο ίδιος δεν καταλαβαίνω. Είχα μια τόσο σπάνια ευκαιρία να πάω για ψώνια με τη Χάρουκα, πώς έγινε και καταλήξαμε εδώ; Εκείνη τη στιγμή, ένιωσα μια ακατανίκητη ανάγκη να ξανασκεφτώ την απόφασή μου να ακολουθήσω το νέο δρόμο που ανοίχτηκε στη ζωή μου, που είχα πάρει πριν από ένα μήνα περίπου. Πώς βρέθηκα εγώ σ’αυτή την κατάσταση;
Θα πρέπει να αρχίσω...από τρεις μέρες πριν.