Toradora! (Greek):Volume1 Chapter5

From Baka-Tsuki
Revision as of 22:08, 31 December 2009 by Eirini kl (talk | contribs) (New page: '''Κεφάλαιο 5''' «Έι, κάνε πιο πέρα το κεφάλι σου! Μου κρύβεις την τηλεόραση!» Το κεφάλι που έκρυβε τη μισή...)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)
Jump to navigation Jump to search

Κεφάλαιο 5

«Έι, κάνε πιο πέρα το κεφάλι σου! Μου κρύβεις την τηλεόραση!»

Το κεφάλι που έκρυβε τη μισή οθόνη της τηλεόρασης του Ρυουτζί απάντησε χωρίς να γυρίσει,

«Α, σκάσε επιτέλους! Δε μπορείς να κάνεις πιο κει;»

Ήταν η αδιάφορη απάντηση της ανεκδιήγητης Αϊσάκα.

«Τι;! Αυτή είναι η δική μου τηλεόραση, νομίζω!! Έτσι και ξαναπείς κάτι τέτοιο έφυγες όπως είσαι! Απέναντι ακριβώς μένεις έτσι κι αλλιώς!»

«...»

«ΜΗ.ΜΕ.ΑΓΝΟΕΙΣ!!!»

Ακούγοντας την κραυγή του Ρυουτζί η Αϊσάκα εδέησε επιτέλους να γυρίσει το κεφάλι της. Τα μάτια της έλαμπαν ψυχρά κάτω από τις μακριές της βλεφαρίδες.

«Βλέπω τηλεόραση τώρα, μπορείς να μη φωνάζεις; Ααχ~ τα ηλίθια σκυλιά δε μαθαίνουν ποτέ, ε;»

«Τι!!! Που να σε...»

Η πρώτη σκέψη που πέρασε από το μυαλό του Ρυουτζί ήταν ενοχλητική γειτόνισσα. Εκεί που στεκόταν όρθιος μπροστά στο μικρό τραπεζάκι και ήταν έτοιμος να σκουντήσει το άτομο που του έκρυβε την τηλεόραση και είχε αυτοανακηρυχθεί αφεντικό του...

«Ρυου~τσαν...μην τσακώνεστε τώρα~»

Η Γιάσουκο έκανε την εμφάνισή της στο άνοιγμα του φουσούμα και του είπε,

«Χτες η σπιτονοικοκυρά με κατσάδιασε. Είπε πως πάντα κάναμε πολύ θόρυβο, αλλά τελευταία το κακό έχει παραγίνει~»

«Ε, αυτή φταίει γι’αυτό...Έι! Δε φοράς τίποτα;!»

Τα λόγια του Ρυουτζί έκαναν την Αϊσάκα να στραφεί ξαφνιασμένη, και ακόμα και ο Ίνκο-τσαν κοίταξε έκπληκτος τη Γιάσουκο. Παρόλο που τρία ζευγάρια μάτια την κοιτούσαν κατάπληκτα, αυτή δεν έδινε καμία σημασία...

«Όχι~ βέβαια, χαζούλη. Έτσι φοριέται αυτό~ και βάζω και αυτό από πάνω~»

Φορώντας ένα σχεδόν διαφανές φουστάνι, η Γιάσουκο έστριψε τη μέση της. Στα χέρια της κρατούσε πράγματι ένα κομψό λεοπάρ σακάκι.

«...Ωραίο φόρεμα!»

«Χε χε, όμορφο δεν είναι; Δε νομίζεις, Τάιγκα-τσαν;»

Η Γιάσουκο ανέμισε τη φούστα της χασκογελώντας, ενώ η Αϊσάκα την κοίταζε ανέκφραστη. Ο Ρυουτζί κράτησε την αναπνοή του...

«...Εκεί!»

Η Αϊσάκα έδειξε με το δάχτυλό της τους γοφούς της Γιάσουκο.

«Φαίνεται το κιλοτάκι σου.»

«Γουα...! Πράγματι!»

Ο Ίνκο-τσαν όμως χωρίς να διστάσει σχολίασε,

«Μα είναι καλύτερα έτσι!»

Εμένα μου λες. Ποιος άνθρωπος στον κόσμο θα λάμβανε υπόψη του τη γνώμη ενός πουλιού;! Ο Ρυουτζί που την κοιτούσε με ζαρωμένο μέτωπο, είδε κατάπληκτος τη μητέρα του να ξαναβρίσκει το κέφι της. Για όνομα του Θεού, τον πήρε στα σοβαρά;! Η Γιάσουκο ανασήκωσε τη φούστα της και έκανε μια στροφή με τα εσώρουχά της σε κοινή θέα.

«Τότε θα βάλω αυτό απόψε! Φεύγω, πάω για δουλειά!»

Χαμογέλασε χαρούμενα ενώ τα μεγάλα στήθη της ανεβοκατέβαιναν, και μετά άρπαξε τη σακούλα με τα ψωμάκια που είχε αγοράσει με το χαρτζηλίκι της. Έγνεψε στα δυο παιδιά γελαστή,

«Λοιπόν, Ρυου-τσαν, Τάιγκα-τσαν, φεύγω τώρα~»

«Εντάξει, να προσέχεις. Μην πιεις πολύ, και αν σε πλησιάσει κανένας ύποπτος τύπος να πάρεις αμέσως τηλέφωνο από το κινητό σου!»