Toradora! (Greek):Volume2 Chapter2

From Baka-Tsuki
Revision as of 00:27, 9 March 2010 by Eirini kl (talk | contribs) (New page: '''Κεφάλαιο 2''' Το επόμενο σοκ ήρθε το επόμενο πρωί, την πρώτη μέρα στο σχολείο μετά το τέλος των διακοπώ...)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)
Jump to navigation Jump to search

Κεφάλαιο 2

Το επόμενο σοκ ήρθε το επόμενο πρωί, την πρώτη μέρα στο σχολείο μετά το τέλος των διακοπών.

Ήταν λίγο μετά τις 8 το πρωί.

Η υπεύθυνη καθηγήτρια είχε έρθει νωρίτερα από ότι συνήθως, και το ελεύθερο μάθημα άρχισε επίσης νωρίτερα,

«Ωωω...»

---Και άνοιξαν οι πύλες της κόλασης.

Για κάτι τέτοιες καταστάσεις πρέπει να υπήρχαν εκφράσεις σαν κι αυτή. Αδυνατώντας να συγκρατήσει ένα επιφώνημα έκπληξης, ο Ρυουτζί καθόταν και κοίταζε μην πιστεύοντας στα μάτια του. Δε μπορούσε να το πιστέψει, ή μάλλον δεν ήθελε να το πιστέψει. Αλλά δυστυχώς δε φαινόταν να είναι όνειρο.

Με ανοιχτό το στόμα, στράφηκε και κοίταξε τον Κιταμούρα και αναφώνησε ξαφνιασμένος, «Δεν είχα ιδέα γι’αυτό,» ο Κιταμούρα όμως περιορίστηκε να του γνέψει από μακριά «Γεια» με το συνηθισμένο άνετο ύφος του.

Όπως και να είχε, δε μπορούσε να αγνοήσει την πραγματικότητα.

Παγωμένος όπως ήταν από το σοκ, η ματιά του Ρυουτζί ήταν τρεις φορές πιο άγρια από ότι συνήθως. Δε μπορούσε όμως να κάνει τίποτα εκτός από το να αποδεχτεί τη φριχτή πραγματικότητα.

Η αιτία της αγωνίας του Ρυουτζί προχώρησε προς την έδρα με τα μακριά της πόδια και τα υπέροχα μαλλιά της να ανεμίζουν.

Κοιτάζοντας κατευθείαν μπροστά με ελαφρά ντροπαλή έκφραση, το χαμόγελό της έγινε σχεδόν ένα με το ζεστό πρωινό φως. Και σηκώνοντας αργά αργά τα μάτια της, είπε---

«Από σήμερα, θα είμαι μαθήτρια αυτού του σχολείου. Το όνομά μου είναι Άμι Καβασίμα. Σας παρακαλώ να είστε καλοί μαζί μου.»

---Ένα υπέροχα αγνό και ειλικρινές πρόσωπο.

Αυτό είναι γελοίο.

«...Πώς, έγινε, κάτι τέτοιο...»

Κανείς δεν πρόσεξε τη ραγισμένη φωνή. Και αγνοώντας τον Ρυουτζί που ήταν ακόμα σε κατάσταση σοκ, η υπόλοιπη τάξη άρχισε,

«Ε, ε, αυτό το κορίτσι, δεν εμφανίζεται σε ένα περιοδικό;!»

«Τι;! Αλήθεια;! Αλλά βέβαια, είναι τόσο όμορφη!»

«Δε μπορεί», «Ψέματα», «Απίστευτο, είναι απίστευτο»... Τα κορίτσια που ασχολούνταν με τη μόδα είχαν ξεσηκωθεί και φλυαρούσαν ακατάσχετα. Αντίθετα, όλα σχεδόν τα αγόρια ήταν ύποπτα ήσυχα, και χωρίς να σχολιάζουν κάθονταν και κοιτούσαν σαν μαγεμένοι με φλογερό βλέμμα τον αψεγάδιαστο άγγελο πάνω στην έδρα. Ο Χισαμίτσου Νότο, ο φίλος του Ρυουτζί που φορούσε γυαλιά με μαύρο σκελετό και καθόταν λίγο μπροστά και στο πλάι, γύρισε αργά αργά προς τα πίσω,

«Τι λαχείο!»

Ο Νότο μουρμούρισε με θέρμη κατενθουσιασμένος, κοιτάζοντας τον Ρυουτζί και σφίγγοντας τη γροθιά του.

«...Ν, ναι...»

Απάντησε αόριστα ο Ρυουτζί, αλλά αντί να σφίξει κι αυτός τη γροθιά του απλώς ξεροκατάπιε.

Η Άμι φαινόταν πανέμορφη πάνω στην έδρα. Το δέρμα της έμοιαζε ακόμα πιο λείο και λαμπερό από χτες, και τα μεγάλα σαν πετράδια μάτια της φαινόντουσαν να λάμπουν ακόμα περισσότερο από χτες. Χωρίς να ξεχάσει να χαμογελάσει, έγειρε το κεφάλι της κοιτάζοντας ολόγυρα την τάξη. Το μικρό πηγούνι της έδινε μια κάπως παιδική εμφάνιση, οι αναλογίες της όμως ήταν τέλειες. Η Άμι ήταν η υπέρτατη ενσάρκωση της ομορφιάς, σε σημείο να κάνει την ίδια την αίσθηση της πραγματικότητας να ξεθωριάζει. Ο πονοκέφαλος του Ρυουτζί είχε γίνει επίσης υπέρτατος.

Διακριτικά στράφηκε να κοιτάξει ένα θρανίο κάπου στο κέντρο της τάξης. Αυτή τη στιγμή, το άτομο που θα έπρεπε να δοκιμάζει το μεγαλύτερο σοκ καθόταν σ’αυτό το θρανίο. Και λεγόταν Τάιγκα.

Την είδε.

Και,

«...Ωχ...»

Αμέσως στράφηκε και κοίταξε αλλού. Καλύτερα να μην πρόσεχε κανείς άλλος το ύφος της.

Τα φρύδια της είχαν σηκωθεί σχεδόν κάθετα και τα μάτια της είχαν θολώσει, μοιάζοντας με λίμνες λάβας που κόχλαζε. Τα τριανταφυλλένια χείλια έτρεμαν και είχαν σουφρώσει δυσοίωνα, και το πρόσωπό της φαινόταν έτοιμο να εκραγεί, σαν να είχε μια βόμβα μέσα στο στόμα της. Προφανώς όλα αυτά ήταν εκδηλώσεις της οργής που μετά βίας συγκρατούσε, του θυμού της ενάντια στον κόσμο που δεν άντεχε. Ήταν τόση η ένταση της ματιάς της, που θα μπορούσε να ρίξει νεκρό έναν αδύναμο άνθρωπο.

Από εκεί που στεκόταν, η Άμι ασφαλώς μπορούσε να δει την Τάιγκα να εκτοξεύει τη δολοφονική της διάθεση από το θρανίο της. Για μια στιγμή μόνο, τα φρύδια της Άμι ανασηκώθηκαν ελάχιστα. Ωστόσο, φέρθηκε με την ψυχραιμία που θα περίμενε κανείς από μια επαγγελματία, συνηθισμένη στα φώτα της δημοσιότητας.

«Σας παρακαλώ όλους να με φωνάζετε Άμι!»

Κάνοντας πως δεν καταλαβαίνει με αψεγάδιαστη υποκρισία, χαμογέλασε χαριτωμένα και ανοιχτόκαρδα. Και μόνο αυτή η αντίδρασή της όμως ήταν υπεραρκετή για να παγώσει από τρόμο ο Ρυουτζί. Έτσι είναι όλες οι γυναίκες; Νιώθοντας μια ξαφνική ανατριχίλα στη ραχοκοκαλιά του, κούμπωσε από ένστικτο το σχολικό σακάκι του μέχρι πάνω.

«Λοιπόν παιδιά, ελπίζω να τα πάτε όλοι καλά με την καινούρια μας φίλη! Ελάτε να την καλοσωρίσουμε!»